Στο 3ο εργαστήριο δεξιοτήτων με τίτλο “Τα χαμένα…επαγγέλματα” του 4ου θεματικού κύκλου “Δημιουργώ και Καινοτομώ- Δημιουργική Σκέψη και Πρωτοβουλία” των εργαστηρίων δεξιοτήτων στη θεματική ενότητα “Ενδιαφέρομαι και Ενεργώ- Κοινωνική Συναίσθηση και Ευθύνη”
Οι δεξιότητες που θα καλλιεργηθούν είναι οι:
- Δεξιότητες μάθησης 21ου αιώνα (4cs):Επικοινωνία, συνεργασία, πρωτοβουλία
- Δεξιότητες κοινωνικής ζωής: Υπευθυνότητα
- Δεξιότητες της τεχνολογίας: Εύρεση πληροφοριών στο διαδίκτυο
Ειδικότερα στόχοι είναι οι μαθητές :
- Να εκφράζουν με θάρρος τις σκέψεις τους.
- Να είναι ικανοί να βρίσκουν πληροφορίες στο διαδίκτυο για ένα θέμα, να επιλέγουν τις πιο σημαντικές και να τις παρουσιάζουν πλαισιωμένες με εικόνες.
- Να γνωρίσουν τα επαγγέλματα του γαλατά, του παγωτατζή, του εφημεριδοπώλη.
- Να γνωρίσουν τον Σπύρο Λούη που ήταν νερουλάς.
- Να έρθουν σε επαφή με τον παλιό ελληνικό κινηματογράφο.
Αρχικά, οι μαθητές διδάσκονται πληροφορίες για τα επαγγέλματα του νερουλά, του γαλατά, του παγωτατζή και του εφημεριδοπώλη, Στη συνέχεια παρακολουθούν εκπαιδευτικά βίντεο.
Ο νερουλάς
Ο νερουλάς ή νεροκόπος ήταν πλανόδιος πωλητής νερού και αναλάμβανε την τροφοδότηση των σπιτιών, σε πόλεις ή χωριά, που δεν είχαν δική τους προμήθεια.
Στην παλιά Αθήνα του 19ου αιώνα όπου δεν υπήρχε ακόμα ύδρευση στα σπίτια, αναλάμβανε την τροφοδότησή τους με νερό που προμηθευόταν από τον Υμηττό και κουβαλούσε με γαϊδούρι, μουλάρι ή κάρο. Έκανε πολλά κοπιαστικά δρομολόγια και αμειβόταν περίπου 1 δεκάρα τον τενεκέ. Υπήρχε συνήθως ένας νερουλάς σε κάθε γειτονιά και είχε σταθερή πελατεία.
Για τον Σπύρο Λούη, έναν νερουλά από το Μαρούσι, που κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στον Μαραθώνιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896, μιλά η Ειρήνη Σπανού, διευθύντρια του Μουσείου Μαραθωνίου Δρόμου. Αποκαλύπτει ότι ο μεγάλος αυτός αθλητής έλαβε μέρος στο αγώνισμα για τα μάτια μιας γυναίκας, ενώ αναφέρεται και στο τι έλαβε ως ανταμοιβή για την κατάκτηση της πρώτης θέσης.
Σπύρος Λούης: Ο θρυλικός μαραθωνοδρόμος
«Ο γαλατάς»
Ο γαλατάς ήταν επάγγελμα πλανόδιου μικροπωλητή παλαιότερων εποχών, που διατηρήθηκε μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα, και σήμερα έχει εκλείψει σχεδόν τελείως από αρκετές χώρες της Ευρώπης. Ο γαλατάς εργαζόταν στα μεγάλα αστικά κέντρα και όχι στα χωριά, καθώς εκεί υπήρχε η δυνατότητα, εξ ανάγκης, για άμεση πώληση φρέσκου γάλακτος. Ο γαλατάς αναλάμβανε τη διάθεση του γάλακτος και άλλων γαλακτοκομικών προϊόντων (συνηθέστερα γιαουρτιού η βουτύρου) στα σπίτια. Το μεταφορικό του μέσο ήταν ένα υποζύγιο (γάιδαρος ή μουλάρι, μερικές φορές ρυμουλκούσαν και ανοικτή ή κλειστή ελαφριά άμαξα) και αργότερα το ποδήλατο ή μηχανοκίνητο δίτροχο.
Ο Παγωτατζής
Πόσα μπάνια έκανες; Πόσα παγωτά έφαγες;
Το θερμό ελληνικό καλοκαίρι είναι συνδεδεμένο άρρηκτα με το παγωτό. Μικροί (που αποτελούν τους πιο πιστούς καταναλωτές του) αλλά και μεγάλοι, όλες τις ώρες της ημέρας αναζητούν τη δροσιά της «παγωμένης απόλαυσης».
Ο παγωτατζής (παγωτάς) πουλούσε παγωτό στεκόμενος σε πολυσύχναστα σημεία ή περιφερόμενος στις γειτονιές, καθώς εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν καταψύκτες στα περίπτερα, όπως σήμερα. Ήταν από τους «γραφικούς» πλανόδιους πωλητές. Για να ξεχωρίζει και να διακρίνεται στο πλήθος προκειμένου να έλκει πελατεία, φορούσε χαρακτηριστική άσπρη μπλούζα και καπέλο πολλές φορές παρόμοιο με του μάγειρα, για τον ίδιο λόγο (να μην πέφτουν τρίχες απ΄ το μαλλί του στο παγωτό).
Τα τρίκυκλα των παγωτατζήδων χθες και σήμερα και παλιά ζαχαροπλαστεία
Το παγωτό που πουλούσε ήταν το πλέον γνωστό παγωτό-χωνί, ή αλλιώς χωνάκι. Σαν γεύση, επικρατούσε αρχικά το καϊμάκι.[1][2][3] Χρησιμοποιούσε για την δημιουργία, την διατήρηση και την μεταφορά του παγωτού τροχήλατη προθήκη με ψύξη, χειροκίνητη ή συνδυασμένη με τρίκυκλο ποδήλατο. Εμφανιζόταν προς το τέλος της άνοιξης, κατά το καλοκαίρι, ενώ από το φθινόπωρο και μετά ασκούσε άλλο επάγγελμα.
Σήμερα, με την ανάπτυξη της τεχνολογίας, ο παγωτάς έχει σχεδόν εκλείψει και στη θέση του πλέον βρίσκονται οι καταψύκτες των περιπτέρων.
Η παρασκευή του παγωτού
Οι παγωτατζήδες το παγωτό το φτιάχνανε μόνοι τους, βράζανε το γάλα και προσθέτανε ζάχαρη, αυγά, βανίλια ή κακάο, ανάλογα με τη γεύση που θέλανε να φτιάξουν. Όταν έβραζε το μείγμα, το κατέβαζαν από τη φωτιά και το τοποθετούσαν σε ένα μεταλλικό κάδο, ο οποίος βρισκόταν μέσα σε ένα ξύλινο βαρέλι. Στο κενό που υπήρχε ανάμεσα στο ξύλινο βαρέλι και στον κάδο, έβαζαν πάγο και συνέχιζαν να ανακατεύουν το μείγμα μέχρι να πήξει. Φορτώνανε το βαρέλι στο καρότσι και ξεκινούσαν τη δουλειά τους. Κατά διαστήματα έριχναν κομμάτια πάγου εξωτερικά για να μη λιώσει το παγωτό. Τα παγωτά σερβιριζότανε σε χωνάκι από βάφλα.
Σοφία Παπάζογλου – Ο Παγωτατζής
Εφημεριδοπώλης
Ο εφημεριδοπώλης ήταν ο πλανόδιος πωλητής που το επάγγελμα του ήταν να πουλάει έντυπα, κυρίως εφημερίδες, εξ ου και η ονομασία του επαγγέλματος. Οι εφημεριδοπώλες, όπως & οι λούστροι, παλαιότερα τουλάχιστον, ήταν ως επί το πλείστον παιδιά ή έφηβοι.
Ο εφημεριδοπώλης πουλούσε εφημερίδες που έπαιρνε από το Πρακτορείο Διανομής Τύπου, περιφερόμενος σε όλους τους δρόμους και τα πολυσύχναστα μαγαζιά (καφενεία, ταβέρνες κλπ) της γειτονιάς πεζός έχοντας τις εφημερίδες στη μασχάλη ή με ποδήλατο, όπως ο ταχυδρόμος της ίδιας εποχής, έχοντας τις εφημερίδες σε τσάντα που του έδινε η εκδότρια εταιρεία, την οποία συνήθως κρατούσε στον ώμο. Αρκετοί όμως, προτιμούσαν στέκι και πάγκο, όπου γινόταν πώληση όχι μόνο των εφημερίδων, αλλά και διάφορων περιοδικών.
Τα χαμένα επαγγέλματα – μέρος Α, στις Ελληνικές ταινίες
Η βίαιη αστικοποίηση και η άνθιση του τεχνολογικού πολιτισμού, άφησε πίσω έναν σωρό χαμένα επαγγέλματα να χαθούν. Επαγγέλματα που τα θυμόμαστε μόνο από τις διηγήσεις των παππούδων μας, αλλά κι από τα καρέ πολλών Ελληνικών ταινιών κυρίως της δεκαετίας του 50.