ΚΑΤΗΦΟΡΙΣΑΝ με σκισμένα χιτώνια, με παλιά ντουφέκια
δίχως ψωμί στο γυλιό δίχως σφαίρες.
Μονάχα με μικρά οργισμένα ποτάμια κλείναν τα περάσματα πίσω τους.
Είχαν βαδίσει μήνες και μήνες πάνου σ’ άγνωστες πέτρες
πάνου στο χιόνι μαζί με τις ελιές τους και τ’ αμπέλια τους —
άλλος άφησε κει πάνου ένα πόδι ένα χέρι
άλλος ένα μεγάλο κομμάτι απ’ την ψυχή του
καθένας κ’ έναν ή πιότερους νεκρούς.
Λίγα λόγια για τον Γιάννη Ρίτσο
Ο Γιάννης Ρίτσος (Μονεμβασιά, 1 Μαΐου 1909 – Αθήνα, 11 Νοεμβρίου 1990)[2] ήταν ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες ποιητές[3][4] με διεθνή φήμη και ακτινοβολία[5]. Δημοσίευσε πάνω από εκατό ποιητικές συλλογές και συνθέσεις, είκοσι δύο μυθιστορήματα, 1 θεατρικό έργο και μελέτες. Ο Ρίτσος νόσησε από φυματίωση, ξεπέρασε την ασθένεια (πράγμα δύσκολο για την εποχή) και πέρασε από υλικές και ηθικές δοκιμασίες[7]. Στο σανατόριο του «Σωτηρία», όπου νοσηλευόταν, ήρθε κοντά με τον μαρξισμό και την Αριστερά, ιδεολογίες που επηρέασαν βαθύτατα την ποίησή του και τον τρόπο ζωής του. Η Σονάτα του Σεληνόφωτος, ο Επιτάφιος και η Ρωμιοσύνη είναι κάποια από τα σημαντικότερα ποιήματα του Ρίτσου, Μεταξύ των τιμητικών διακρίσεων του Ρίτσου περιλαμβάνονται το κρατικό βραβείο ποίησης και το βραβείο Λένιν[9].
Ανάλυση ποιήματος
Το παραπάνω απόσπασμα ανήκει στην ποιητική σύνθεση “Η τελευταία π. α. εκατονταετία”. O Ρίτσος έγραψε το ποίημα το 1942, ως άμεση αντίδραση στα σύγχρονα ιστορικά γεγονότα (πτώση του αλβανικού μετώπου, γερμανοϊταλική Κατοχή, προμηνύματα της Αντίστασης), το δημοσίευσε ωστόσο πολύ αργότερα, το 1961. Στο απόσπασμα αποτυπώνεται με ρεαλιστικό τρόπο η θλιβερή υποχώρηση του ελληνικού στρατού, κατά την οποία όμως, παρά τις δυσκολίες, διατηρούνται η ελπίδα και το αγωνιστικό φρόνημα.
Στους πρώτους στίχους ο ποιητής περιγράφει την επιστροφή των Ελλήνων στρατιωτών απ’ το αλβανικό μέτωπο, σε άσχημη κατάσταση και με αισθήματα οργής να τους κατακλύζουν, αφού ο υπεράνθρωπος αγώνας τους και η νίκη τους επί των Ιταλών πήγαν χαμένα, λόγω της επέμβασης των Γερμανών.
Έπειτα μας δείχνει τις θυσίες των αγωνιστών: εγκατάλειψη των οικογενειών και των καλλιεργειών τους, τραυματισμοί, ακρωτηριασμοί, ανεπανόρθωτα ψυχικά τραύματα, θάνατος…
Το Έπος του 1940
Γιάννη Ρίτσου, «Τη Ρωμιοσύνη μην την κλαις»
Η Ρωμιοσύνη, ένα από τα γνωστότερα ποιήματα του Ρίτσου, είναι ένα πολύστιχο ποίημα που αναφέρεται στην εμπειρία της τραγικής περιόδου ανάμεσα στη γερμανική κατοχή και του ελληνικού εμφυλίου πολέμου.
Τη Ρωμιοσύνη μην την κλαις, — εκεί που πάει να σκύψει
με το σουγιά στο κόκαλο, με το λουρί στο σβέρκο,
Νά τη, πετιέται αποξαρχής κι αντρειεύει και θεριεύει
και καμακώνει το θεριό με το καμάκι του ήλιου.
Από τη συλλογή Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας (1968-1970)
[πηγή: Γιάννης Ρίτσος, Ποιήματα. 1963-1972, τ. Ι΄, Κέδρος, Αθήνα 1989, σ. 160]
Μαθαίνω για το έπος του ’40
Διαβάστε για τα ιστορικά γεγονότα της Κατοχής και Αντίστασης εναντίον των Γερμανών πατώντας εδώ .
Στο παρακάτω αφιέρωμα, ο επισκέπτης μπορεί να ενημερωθεί για το έπος του ’40 περιηγούμενος σε ντουκουμέντα από το Γενικό Επιτελείο Στρατού. Πατήστε στην εικόνα.