Όταν στην καθημερινή ζωή θέλουμε να εκφράσουμε ένα μέγεθος με ακρίβεια, τότε χρησιμοποιούμε τους δεκαδικούς αριθμούς. Οι αριθμοί αυτοί περιέχουν το ακέραιο μέρος ενός αριθμού και το δεκαδικό μέρος του. Ο χωρισμός ακέραιου και δεκαδικού μέρους γίνεται με την υποδιαστολή (κόμμα).π.χ. 1 λίτρο βενζίνης κοστίζει 1,568 ευρώ
Στο ακέραιο μέρος, τα ψηφία ανάλογα με τη θέση τους μπορεί να δηλώνουν Μονάδες (Μ), Δεκάδες (Δ), Εκατοντάδες (Ε)
Στο δεκαδικό μέρος τα ψηφία μπορεί να δηλώνουν δέκατα (δεκ.), εκατοστά (εκ.), χιλιοστά (χιλ.)
Δέκα μονάδες μιας τάξης είναι μία μονάδα της αμέσως μεγαλύτερης τάξης. δηλ. 10 εκατοστά = 1 δέκατο , 10 χιλιοστά = 1 εκατοστό
Η αξία ενός δεκαδικού αριθμού δεν αλλάζει αν προσθέσουμε ή διαγράψουμε μηδενικά από το τέλος του δεκαδικού αριθμού 8,2 = 8,20 = 8,200
Προσοχή! Δεν διαγράφουμε ποτέ μηδενικά από το τέλος του ακεραίου αριθμού.
Κάθε φυσικός αριθμός μπορεί να γίνει δεκαδικός με την προσθήκη της υποδιαστολής και μηδενικών μετά από αυτή. 23,00 = 23 38 = 38,0 = 38,00
Για να ονομάσω έναν δεκαδικό αριθμό, ενεργώ ως εξής:
Χωρίζω το ακέραιο μέρος από δεξιά ανά τρία ψηφία.
Στη συνέχεια, διαβάζω το ακέραιο μέρος όπως ακριβώς και στους φυσικούς, προσθέτω το «και» ή το «κόμμα» και ανάλογα με τη θέση και την αξία του τελευταίου δεκαδικού ψηφίου προσθέτω το ανάλογο συνθετικό.
Παράδειγμα
Τον αριθμό 1340,287 τον γράφω πρώτα ως 1.340,287, οπότε διαβάζω χίλια τριακόσια σαράντα και (ή κόμμα) διακόσια ογδόντα εφτά χιλιοστά.
Σ’ αυτό το σημείο θα μας βοηθήσει πολύ η παρακάτω διαδραστική αριθμογραμμή!
Πάμε να εξασκηθούμε παίζοντας!
Και για το τέλος ένα γρήγορο quiz δεκαδικών!
Αν θέλετε μπορείτε να διαβάσετε κι ένα παλιότερο άρθρο σχετικό με το σημερινό μάθημα.
Δύο ή περισσότερα κλάσματα που έχουν διαφορετικούς όρους, δηλαδή διαφορετικό αριθμητή & παρονομαστή, αλλά εκφράζουν την ίδια ποσότητα,λέγονται ισοδύναμα.
Δύο ή περισσότερα κλάσματα όταν έχουν ίσους παρονομαστές λέγονται ομώνυμα ενώ αν έχουν διαφορετικούς λέγονται ετερώνυμα. Και οι δύο μαζί (αριθμητής και παρονομαστής) λέγονται όροι του κλάσματος.
Δημιουργώ ισοδύναμα κλάσματα πολλαπλασιάζοντας ή διαιρώντας και τους δύο όρους ενός κλάσματος με τον ίδιο αριθμό.
Όταν πολλαπλασιάζω και τους δύο όρους του κλάσματος, δημιουργώ ένα ισοδύναμο κλάσμα με μεγαλύτερους όρους.
Όταν διαιρώ και τους δύο όρους του κλάσματος με τον ίδιο αριθμό, δημιουργώ ένα ισοδύναμο κλάσμα με μικρότερους όρους. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται απλοποίηση (το κλάσμα γίνεται πιο απλό).
Όταν ένα κλάσμα δεν μπορεί να απλοποιηθεί, δεν υπάρχει δηλαδή αριθμός που να διαιρεί ακριβώς και τον αριθμητή και τον παρονομαστή, τότε το κλάσμα λέγεται ανάγωγο. Για να απλοποιήσω ένα κλάσμα και να το κάνω ανάγωγο, χρησιμοποιώ το Μ.Κ.Δ. με τον οποίο διαιρώ και τους δύο όρους του κλάσματος.
Μεικτός ονομάζεται ο αριθμός που αποτελείται από ακέραιο μέρος και κλασματικό μέρος.Ένας μεικτός αριθμός μπορεί να μετατραπεί σε καταχρηστικό κλάσμα και το αντίστροφο.
Μετατροπή καταχρηστικού σε μεικτό
Διαιρούμε τον αριθμητή με τον παρονομαστή.
Το πηλίκο της διαίρεσης είναι ο ακέραιος του μεικτού.
Το κλάσμα του μεικτού έχει αριθμητή το υπόλοιπο της διαίρεσης και παρονομαστή τον ίδιο με το αρχικό κλάσμα.
Μετατροπή μεικτού σε κλάσμα
Πολλαπλασιάζουμε τον ακέραιο του μεικτού με τον παρονομαστή του κλάσματός του.
Στο γινόμενο που προκύπτει προσθέτουμε τον αριθμητή του μεικτού αριθμού.
Το αποτέλεσμα αποτελεί τον αριθμητή του νέου κλάσματος, ενώ παρονομαστής παραμένει ο ίδιος.